Thursday, August 21, 2008

Το κωλοχώρι, το συνεργείο και οι διορθώσεις - μια ανάρτηση βαρεμάρας

14:15. Είμαι σε ένα συνεργείο αυτοκινήτων στο γαλλικό κωλοχώρι ονόματι Gex και γράφω σε ένα τσαλακωμένο τεφτέρι που έτυχε να έχω μαζί μου. Ξεφυλλίζοντας το τώρα, βλέπω πως κάτι φεγγάρια το χρησιμοποιούσα ως logbook για το διδακτορικό (θεέ μου, με τί μαλακίες με βάζανε και ασχολιόμουν τότε...), μέτα για διάφορες πρόχειρες σημειώσεις και to do lists (από αυτές που τις γράφεις πρώτα στο τεφτέρι και μετά στα τέτοια σου) και τώρα τελευταία έχω γράψει κάτι σκόρπιες παραγράφους για τη "διατριβή" μου, όπως και μια πρόχειρη, πρώτη περιγραφή της αποχτήνωσης (μάλλον μέσα στο αεροπλάνο και με αναταράξεις, αν κρίνω από τα γράμματα).

Ήταν να έρθω το πρωί αλλά χθες το βράδυ δούλευα ως αργά, οπότε ξύπνησα κατά τις 11 και χαιρέτα μου τον πλάτανο. Όταν τελικά ήρθα (κατά τις 12:30) βρήκα το συνεργείο κλειστό - είχανε πάει για μεσημεριανό όλοι. Τελικά, μια ώρα αργότερα εμφανίστηκε το αφεντικό και μου άνοιξε να μπω εξηγώντας μου ότι ξαναπιάνουν δουλειά στις 14:00, πράγμα που σημαίνει πως δεν ξεμπερδεύω από δω πρίν τις 15:30, με την καμία. Ευτυχώς, είχα προνοήσει και κουβάλησα μαζί μου τις διορθώσεις του Χ και του Μ σε δυο κεφάλαια που έχω τελειώσει, τις οποίες μου έχουν δώσει κάνα εξάμηνο τώρα και δεν τις έχω πραγματοποιήσει γιατι θα πάρουν πολλή ώρα και δεν έχω (και καλά) / βαριέμαι / δεν καταλαβαίνω τι διάολο μου'χει γράψει εδώ μωρέ.

Το κακό είναι που τελικά οι διορθώσεις μου πήρανε σκάρτη μιάμιση ώρα και τώρα κάθομαι και δεν έχω τί να κάνω. Τελικά τις είχα σεβαστεί υπερβολικά, που είπε και ο Κακιούσης για τους Αμερικάνους. Λες να έχω κάνει το ίδιο και για όλο το εγχείρημα της συγγραφής του διδακτορικού και να μην το γράφω τζάμπα τόσους μήνες;

ΥΓ. Ο καφές του μηχανήματος του συνεργείου είναι συγκρίσιμος με αυτόν του κυλικείου του φυσικού Αθήνας. Χρειάστηκε να περάσουν 5 χρόνια για να ξαναγευτώ τέτοιο νεροζούμι.

Sunday, August 17, 2008

Η Φανή Χαλκιά του μποτιλιαρίσματος

Πρόσφατα βρέθηκα κολλημένος σε ένα φοβερό μποτιλιάρισμα σε έναν ελληνικό επαρχιακό δρόμο. Η ουρά των αυτοκινήτων συνεχιζόταν για χιλιόμετρα μπροστά μου και η κατάσταση ήταν σχεδόν απελπιστική. Είναι νόμος (όχι του Μέρφυ ρε, δεν είναι όλα "ο νόμος του Μέρφυ"!) πως όταν κάτι σου τεντώνει τα νεύρα, σχεδόν πάντα συμβαίνει και κάτι άλλο που σου τα σπάει εντελώς. Έτσι και αυτή τη φορά. Ένα γαϊδούρι της οικουμένης έκανε την εμφανισή του και οδηγώντας στη λωρίδα του αντίθετου ρεύματος άρχισε να προσπερνάει τα χιλιόμετρα μπουχτισμένων οδηγών, προφανώς θεωρώντας ότι ήταν πιο έξυπνος από όλους. Φυσικά του κατέβασα τα καντήλια που του άξιζαν, προσθέτοντας επιπλέον την αυτονόητη παρατήρηση ότι ο κόσμος θα ήταν καλύτερος αν πέθαινε. Συχνά κάνω αυτή την παρατήρηση όταν αρμόζει και, όταν αυτό συμβαίνει ενώπιον άλλων, σχεδόν πάντα βρίσκεται κάποιος που με επιπλήττει για αυτή την "υπερβολή" μου λέγοντας πως "δεν είναι πράγματα αυτά" ή κάτι αντίστοιχο. Ειλικρινά, δεν μπορώ να καταλάβω πού είναι το πρόβλημα με το να λες κάτι τέτοιο. Σάμπως είπα ότι θα τον σκότωνα ο ίδιος; Ή και να το έλεγα, τρέχει τίποτα μέχρι να το κάνω; Ότι θα ήταν καλύτερος ο κόσμος είπα. Τί πιο απλό και αυτονόητο;

"Μα να πεθάνει ο άνθρωπος για μια καφρίλα στο δρόμο; Εντάξει, είναι μαλάκας! Αλλά να πεθάνει;"

Αυτό που από ότι φαίνεται δέν γίνεται αντιληπτό από κάποιους είναι πως ο τύπος που σε πηδάει παρανόμως στο μποτιλιάρισμα το κάνει γιατί θεωρεί πως έχει το δικαίωμα να σε πηδάει γενικώς. Επειδή μπορεί. Και πως χωρίς αμφιβολία το κάνει. Σε πηδάει στην ουρά για τον καφέ. Σε πηδάει στην ουρά της εφορίας. Σε πηδάει βάζοντας τη μουσική στο κακόγουστο "κωλοφτιαγμένο" αυτοκίνητό του στο τέρμα για να γυρνάει τα κεφάλια. Σε πηδάει παρκάροντας στη διάβαση ή πάνω στο πεζοδρόμιο. Σε πηδάει τρέχοντας σαν τρελός και θέτοντας τη ζωή σου σε κίνδυνο. Σε πηδάει στο στρατό επειδή έχει βίσμα. Σε πηδάει στις προσλήψεις του δημοσίου γιατί είναι κομματόσκυλο ή ξέρει τον τάδε. Σε πηδάει στο νοσοκομείο που πας να γίνεις καλά. Σε πηδάει, σε πηδάει, σε πηδάει, καταχρώμενος χυδαία κάθε δύναμη, κάθε εξουσία, κάθε δυνατότητα που θα κακοπέσει στα χέρια του.

Όπως η Φανή Χαλκιά, που με το ίδιο ακριβώς σκεπτικό με τον προαναφερθέντα μαλάκα τίγκαρε στη ντόπα και πήδαγε τα εμπόδια. Και μαζί και ένα σωρό κόσμο. Τους άλλους αθλητές πρώτα πρώτα, που πάλευαν να αναδειχθούν με (πιο) τίμια μέσα. Τα κορόιδα που τη θαύμαζαν σαν υπόδειγμα αθλήτριας έπειτα. Και τέλος, όλους τους Έλληνες φορολογούμενους που πληρώνουν τα προνόμια που της παρέχει το ελληνικό κράτος στην κακομοιρίστικη αγωνία του να ανταμοίψει αυτούς που δήθεν εξασφαλίζουν την προβολή της χώρας παίρνοντας μετάλλια. Στην πραγματικότητα βέβαια, καμια προβολή δεν εξασφαλίζουν. Σοβαρά, υπάρχει κανένας Έλληνας που απέκτησε καλύτερη γνώμη για το Τρινινταντ και Τομπάγκο ή αποφάσισε να το επισκεφτεί εξαιτίας των ολυμπιονικών του; Ή αφήνοντας αυτό το ακραίο παραδειγμα, υπάρχει κάποιος που απέκτησε καλύτερη γνώμη για τη Γερμανία ή τη Ρωσία, χώρες που κερδίζουν ένα σωρό μετάλλια σε κάθε Ολυμπιάδα; Όχι βέβαια...

Κάθε άνθρωπος έχει την ανάγκη να αισθάνεται πως κάτι αξίζει. Όταν σε ατόμικό επίπεδο δεν πείθεις τον εαυτό σου και τους άλλους, το ρίχνεις σχεδον αναπόφευκτα στο εθνικό. Οι Έλληνες κουβαλάμε μια ένδοξη ιστορία γεμάτη πολιτιστικά και στρατιωτικά επιτεύγματα που προσφέρεται ως τέτοιου είδους καταφύγιο. Το πρόβλημα βέβαια, είναι ότι έχουμε προ πολλού παραδώσει τα πρωτεία σε όλους τους τομείς. Επειδή λοιπόν νιώθουμε πως υπάρχει ένα μέρος της οντότητας μας του οποίου πρέπει να είμαστε αντάξιοι και δεν είμαστε, επειδή μας πέφτει βαρύ που μας κουμαντάρουν αυτοί που ήταν "ακόμα πάνω στα δέντρα όταν εμείς κάναμε πολιτισμό", σπεύδουμε να πιαστούμε από κάθε υποψία ένδειξης ότι αξίζουμε και σήμερα κάτι παραπάνω από τους άλλους. Τέτοιες ενδείξεις είναι και τα μετάλλια στους Ολυμπιακούς. Για να μπορούμε λοιπόν να διασκεδάζουμε κάθε τέσσερα χρόνια τη μιζέρια και τα κόμπλεξ μας, έχουμε κατασκευάσει στην Ελλάδα μια μίνι βιομηχανία μεταλλίων, προσφέροντας απίθανα πράγματα στους αθλητές που θα μας τα φέρουν και κάνοντας τα στραβά μάτια στην ντόπα.

Αμέσως μετά την κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου στην Ολυμπιάδα της Αθήνας, η Φανή Χαλκιά έκανε δηλώσεις στις οποίες απέδωσε τη νίκη της στο DNA του Έλληνα. Δεν ξέρω αν είναι τόσο πιο έξυπνη από όσο δείχνει ή αν το είπε αυτό από απλή αμορφωσιά και επιπόλαιο ενθουσιασμό. Το σίγουρο πάντως, είναι ότι μίλαγε στην καρδιά χιλιάδων κακομοίρηδων που, αραχτοί στους καναπέδες, ρούφαγαν λαίμαργα από την τηλεόραση τη μεριδούλα της δόξας που τους αναλογούσε και χαμογελούσαν με καμάρι.

Όταν επιλέγεις να νιώθεις περήφανος για το προσωπικό επίτευγμα κάποιου άλλου, στο οποίο δεν είχες καμία συμβολή, αυτομάτως επιλέγεις και να έχεις ευθύνη για τις όποιες μαλακίες του. Έτσι, αυτοί που πανηγύριζαν το μετάλλιο της Χαλκιά πριν τέσσερα χρόνια, σήμερα ντρέπονται και νιώθουν πως τους εξέθεσε, αυτούς και τη χώρα. Δυστυχώς, ντρέπονται για το λάθος λόγο. Σε σύγκριση με το ίδιο το γεγονός της αποκάλυψης του εκάστοτε ντοπαρισμένου, είναι πολύ μεγαλύτερη ντροπή η ελληνική ανάγκη της ηρωοποίησης ανθρώπων που είναι φως φανάρι πως ντοπάρονται. Γιατί ήταν φως φανάρι. Όλοι λοιπόν όσοι χθες πανηγύριζατε με τη Χαλκιά και σήμερα "σοκάρεστε" υποκριτικά με το ξεμπρόστιασμα της φταίτε τουλάχιστον το ίδιο με αυτή. Μη γελιέστε - και οι Χαλκιάδες και οι Θάνου και οι Κεντέρηδες είναι δικά σας δημιουργήματα.

Friday, August 1, 2008

Υπήρχε λόγος να "πηγαίνω" το Χριστόδουλο, εκτός από το ότι με "πήγαινε" αυτός;

Έχω μείνει άναυδος με το γεγονός ότι υπάρχουν άνθρωποι με νοημοσύνη κατά πολύ άνω του μετρίου και κατά βάση καλές (τουλάχιστον σύμφωνα με τη δική μου ηθική) προθέσεις για τον κόσμο, οι οποίοι είναι οπαδοί του Χριστόδουλου! Αυτή την καταπληκτική ανακάλυψη την έκανα πρόσφατα μιλώντας με ένα τέτοιο άνθρωπο, όταν με ξάφνιασε με τη φράση: "εγώ πάντως τον πήγαινα το Χριστόδουλο."

Μάλιστα...

Εκείνη η συζήτηση οδηγήθηκε σχεδόν αμέσως στο αστείο ζήτημα των ταυτοτήτων, οπότε δεν με διαφώτισε για τους λόγους για τους οποίους μπορεί κάποιος να είναι έξυπνος, καλός και να "πηγαίνει" το Χριστόδουλο ταυτόχρονα (όταν κάποιος είναι καλός και χαζός ή κακός και έξυπνος μπορώ να σκεφτώ πολλούς). Ούτε κατοπινές συζητήσεις με βοήθησαν ιδιαίτερα, αν και έμαθα αρκετά ενδιαφέροντα πράγματα από αυτές, όπως για παράδειγμα πως μερίδα Ελλήνων χριστιανών κατηγορούν τον προκάτοχο (Σεραφείμ) και το διάδοχο (Ιερώνυμο) του Χριστόδουλου για οικονομικές ατασθαλίες. Το "ψωμί" που έβγαλα όμως, είναι ότι ο Χριστόδουλος:

1) Έφερε τη νεολαία πιο κοντά στην Εκκλησία.

2) Δώρισε την περιουσία του και πέθανε απένταρος.

Προσπαθώ να σκεφτώ με ποιο τρόπο έφερε ο Χριστόδουλος τη νεολαία κοντά στην Εκκλησία και το μόνο που μου έρχεται στο μυαλό είναι εκείνες οι δηλώσεις που καλούσαν τους νέους να προσέλθουν στην εκκλησία με την εμφάνιση που έχουν επιλέξει για τον εαυτό τους (σκουλαρίκια κλπ). Ας δεχθώ πως με αυτή τη δήλωση διόρθωσε τη συμπεριφορά κάποιων ηλίθιων, γέρων παπάδων οι οποίοι έκραζαν αυτούς που έσκαγαν στην εκκλησία με σκουλαρίκι. Αν κάποιος δηλαδή πήγαινε στην εκκλησία με περιβολή σεμνότερη από ότι θα ήθελε, ε, αυτουνού τη ζωή την έκανε ο Χριστόδουλος πιο εύκολη. Από την άλλη όμως, δυσκολεύομαι να φανταστώ κάποιον που να ήθελε να έρθει κοντά στην εκκλησία και να τον εμπόδιζε η αγάπη για το σκουλαρίκι του. Και, κατα συνέπεια, δυσκολεύομαι να φανταστώ κάποιον που, ενώ βρισκόταν μακριά από την εκκλησία, ήρθε κοντά όταν η εκκλησία του επέτρεψε να το φοράει. Απλώς, όσοι ήταν ήδη κοντά άρχισαν ίσως να νιώθουν πιο άνετα στους κόλπους της. Η ιδέα του ιδεολόγου "σκουλαρικά" που είναι πρωτίστως σκουλαρικάς και δευτερευόντως θα ήθελε να είναι και χριστιανός αλλά δεν τον άφηνε μια τόσο επιφανειακή έκφραση του εκκλησιαστικού αναχρονισμού μου φαίνεται κάπως απλοϊκή και αφελής. Λίγο σαν να βγαίνει από το μυαλό κάποιου που δεν είχε ποτέ πάρε δώσε με σκουλαρικάδες. Της γιαγιάς μου ας πούμε. Δηλαδή τί; Καταπίεζε ως τότε ο άνθρωπος το θρησκευτικό του συναίσθημα για χάρην του σκουλαρικιού και απελευθερώθηκε, αναγαλλιάζοντας με το άνοιγμα του Χριστόδουλου στη νεολαία; Χλωμό.

Όσο για το δέυτερο, ακόμα και αν είναι αλήθεια, ο καθένας μπορεί να καταλάβει πόσο κούφια είναι μια δωρεά όταν προέρχεται από έναν άνθρωπο που έχει εξασφαλίσει την ισόβια πολυτέλεια διά της χρήσεως (αντί δια της κατοχής) των αγαθών. Προκαλεί τη νοημοσύνη κάθε λογικού ανθρώπου να χρησιμοποιείται μια τέτοια δωρεά ως απόδειξη της φιλανθρωπίας του δωρητή.

Δεν καταλήγω πουθενά λοιπόν. Αντίθετα, μπορώ να σκεφτώ πάρα πολλούς λόγους για τους οποίους ο Χριστόδουλος πρέπει να είναι αντιπαθής στους καλούς και έξυπνους ανθρώπους. Για παράδειγμα, είναι αδιαφιλονίκητο γεγονός ότι η εκκλησιαστική καριέρα του θεμελιώθηκε κατά τη διάρκεια της Χούντας και ότι ήταν και αυτός ένας από τους συμπαθούντες. Ο τύπος ορίστηκε γραμματέας της Ιεράς Συνόδου το 67. Υπάρχουν φωτογραφίες που αποδεικνύουν ότι ήταν παρών στην ορκωμοσία της χουντικής κυβέρνησης. Ήταν σύμβουλος του τότε αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου, γνωστού υποστηρικτή του καθεστώτος (ότι ο τελευταίος ήταν υποστηρικτής προκύπτει από τις δημόσιες δηλώσεις του). Το 2003 έστειλε συγχαρητήρια επιστολή στον Παττακό, όπου τον αποκαλεί "εκφραστή ξεχωριστών προσόντων και αρετών". Δεν ήταν λοιπόν απλώς ένας από αυτούς τους κληρικούς που σιωπούσαν, ενώ είχαν την υποχρέωση ως χριστιανοί πατέρες και καθοδηγητές του σώματος των πιστών να καταδικάσουν τις φυλακίσεις και τους απάνθρωπους βασανισμούς και να βάλουν τον κόσμο στο πλευρό των κατατρεγμένων συνανθρώπων. Ήταν ένας από τους χειροκροτητές, ένας από αυτούς που ακόμα και τριάντα χρόνια μετά την κατάρρευση της χούντας, δεν σταμάτησαν να την εξυμνούν και να επικροτούν τα εγκλήματά της. Άρα ένας αμετανόητος συνυπεύθυνος. Και επειδή μόνο χαζός δεν ήταν, πάει να πει πως δεν υπάρχει άλλη δικαιολογία - ο Χριστόδουλος ήταν ένας πραγματικά κακός, βάναυσος άνθρωπος. Και άρα ένας κακός χριστιανός. Και αν εμείς οι μη χριστιανοί έχουμε τόσο καλούς λόγους να μην τον πηγαίνουμε, οι χριστιανοί έχουν έναν λόγο παραπάνω. Ότι όταν ακόμα παιζόταν το πράγμα για μας, όχι απλώς δεν μας έφερε πιο κοντά στην εκκλησία, αλλά μας έκανε να την βλέπουμε σαν ένα σιχαμερό απομεινάρι του ακραίου συντηρητισμού, που τόσα δεινά έφερε στην πατρίδα μας τον προηγούμενο αιώνα. Αυτό έκανε ο Χριστόδουλος: Τους ήδη δικούς πιο δικούς κι όλους τους άλλους πιο ξένους.